Δασμοί Τραμπ: «Ενισχύουν την απόπαγκοσμιοποίηση, η αβεβαιότητα παραμένει»
Η επιβολή των δασμών από τις ΗΠΑ ενισχύουν την απόπαγκοσμιοποίηση, ενώ ενδεχομένως να οδηγήσουν βραχυπρόθεσμα σε αύξηση των τιμών κάποιων αγαθών, τη στιγμή που η αβεβαιότητα παραμένει, δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο oικονομολόγος Τάσος Γιασεμίδης, ο οποίος, παράλληλα, κρίνει τη συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ ετεροβαρή για την ΕΕ.
Ταυτόχρονα, ανέφερε ότι οι νέοι δασμοί Τραμπ προκαλούν προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα και πρόσθεσε ότι επιβαρυντικά για την ΕΕ ενεργεί και το γεγονός ότι το ευρώ έχει ενισχυθεί έναντι του δολαρίου, κάνοντας τα ευρωπαϊκά προϊόντα ακριβότερα (δασμοί συν 10%-15% λόγω της συναλλαγματικής ισοτιμίας).
Συγκεκριμένα, ο κ. Γιασεμίδης είπε στο ΚΥΠΕ ότι «η αβεβαιότητα παραμένει αφού πολλές συμφωνίες δεν έχουν οριστικοποιηθεί», ενώ η νέα ανακοίνωση από τον Πρόεδρο των ΗΠΑ, Ντοναλντ Τραμπ, «για επιβολή δασμών σε μεγάλο αριθμό χωρών προκαλεί αντιδράσεις και προβλήματα στη εφοδιαστική αλυσίδα».
«Στο τελευταίο διάταγμα γίνεται συγκεκριμένη αναφορά για παρακολούθηση της κατάστασης οπότε είναι ξεκάθαρο ότι θα υπάρξουν μεταβολές, ενώ εκκρεμούν και οι δασμοί του Άρθρου 232 με τις εξαιρέσεις», ανέφερε, και πρόσθεσε πως το τελευταίο αποτελεί εκκρεμότητα και για την προκαταρκτική συμφωνία με την ΕΕ.
Σε σχέση με τη συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ όσον αφορά την επιβολή δασμών, ο κ. Γιασεμίδης είπε ότι η τρέχουσα εμπορική συμφωνία ΕΕ και ΗΠΑ μοιάζει να αποκλίνει από τη φιλοσοφία της ΕΕ, η οποία «έχει επενδύσει διαχρονικά στην προώθηση του ελεύθερου εμπορίου και της πολυμερούς συνεργασίας, στη βάση κοινών κανόνων και θεσμικού διαλόγου».
Διαβάστε επίσης: Ο Τραμπ επιβάλλει υψηλότερους δασμούς σε δεκάδες χώρες- Ποια χώρα «γλίτωσε»
«Παρά το γεγονός ότι περιορίζει προσωρινά την ανασφάλεια και τη μεταβλητότητα, έχει χαρακτηριστεί και ως μια αξιοπρεπής ήττα» και αυτό διότι, όπως είπε, ναι μεν αποφεύχθηκε το 30% ως ποσοστό δασμών, από την άλλη η συμφωνία κρίνεται ετεροβαρής.
Ανέφερε ότι η συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ «προέκυψε μέσα από έναν γρήγορο και μάλλον μονομερή διάλογο, χωρίς ουσιαστική διαβούλευση με τα κράτη-μέλη, χωρίς σοβαρή κοινωνική συζήτηση και χωρίς εμφανή εξασφάλιση συμμετρικών ανταλλαγμάτων».
«Το γεγονός ότι υπογράφηκε χωρίς το πλήρες θεσμικό βάθος της ΕΕ, σε ένα ημιεπίσημο περιβάλλον, δημιούργησε εντυπώσεις ελλιπούς προετοιμασίας ή ακόμα και εσπευσμένης αποδοχής εξωτερικών όρων», υπογράμμισε.
Ανέφερε, ωστόσο, ότι θα πρέπει να υπάρξουν διευκρινήσεις όσον αφορά την πρακτική εφαρμογή της, όπως τα συγκεκριμένα προϊόντα που υπόκεινται στο συγκεκριμένο ποσοστό και πρόσθεσε πως οι δασμοί για τα φαρμακευτικά προϊόντα μετατοπίζονται για το 2027, ενώ παραμένει το 50% σε χάλυβα και αλουμίνιο.
«Επιβαρυντικά ενεργεί και το γεγονός ότι το ευρώ έχει ενισχυθεί έναντι του δολαρίου, παρά τις μειώσεις των επιτοκίων από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), κάτι που κάνει τα ευρωπαϊκά προϊόντα ακριβότερα (δασμοί συν 10%-15% λόγω της συναλλαγματικής ισοτιμίας)», υπογράμμισε.
Την ίδια στιγμή, όπως είπε, η ΕΚΤ καλείται να ισορροπήσει μεταξύ της ενίσχυσης της ισοτιμίας του ευρώ, των προβλημάτων στην ανάπτυξη της οικονομίας στην Ευρωζώνη και στις ενδεχόμενες νέες πληθωριστικές πιέσεις.
Αναφερόμενος πιο συγκεκριμένα στη συμφωνία ΕΕ – ΗΠΑ, ο κ. Γιασεμίδης είπε στο ΚΥΠΕ ότι «υπάρχουν σημαντικές δεσμεύσεις όσον αφορά την αγορά ορυκτών καυσίμων ( το ποσό που πρέπει να δαπανηθεί εντός τριών χρόνων κρίνεται υπερβολικό), με κάποια δημοσιεύματα να κάνουν αναφορά σε εξάρτηση ενεργειακά της Ευρώπης από τις ΗΠΑ, μετά τη Ρωσία, και την αγορά εξοπλιστικών προγραμμάτων».
«Αυτό αντιβαίνει στις ίδιες τις αποφάσεις της ΕΕ για πράσινη μετάβαση, ψηφιακή καινοτομία και ενίσχυση της ευρωπαϊκής στρατηγικής αυτονομίας», υπογράμμισε.
Σημείωσε ότι το 15% θα αφορά μόνο ευρωπαϊκά προϊόντα που εισάγονται στις ΗΠΑ και όχι το αντίστροφο, ενώ «η Ευρώπη παραμένει ‘καθαρός’ και σημαντικός εισαγωγέας (ενδεχομένως και εξαρτημένη) τεχνολογίας από τις ΗΠΑ».
Σύμφωνα με τον κ. Γιασεμίδη, «η ΕΕ σε καμιά περίπτωση δεν φαίνεται να έβαλε στο τραπέζι θέματα φορολόγησης εταιρειών τεχνολογίας που δραστηριοποιούνται στην Ευρώπη».
Η μόνη έγνοια, όπως είπε, «φαίνεται να ήταν η μείωση των δασμών στα αυτοκίνητα ώστε να διασφαλιστούν τα συμφέροντα κάποιων χωρών, ή τουλάχιστον να μη πληγούν ανεπανόρθωτα».
w.Ανέφερε ότι «οι οικονομικές επιπτώσεις της συμφωνίας αναμένεται να γίνουν περισσότερο εμφανείς με την πάροδο του χρόνου».
Επικαλούμενος κάποιες πρώτες εκτιμήσεις, ο κ. Γιασεμίδης είπε ότι το νέο εμπορικό καθεστώς μπορεί να οδηγήσει σε επιβράδυνση τον βιομηχανικό τομέα της Ευρώπης και σε χώρες με έντονη εξαγωγική παρουσία.
Παράλληλα, ανέφερε ότι «η μείωση της εξωστρέφειας σε συνδυασμό με τις υφιστάμενες δημοσιονομικές πιέσεις ενδέχεται να περιορίσει τη δημοσιονομική ευελιξία κρατών που ήδη αντιμετωπίζουν προκλήσεις».
Η Ευρώπη χρειάζεται νέα εργαλεία πολιτικής
Εξάλλου, ο κ. Γιασεμίδης είπε ότι «η Ευρώπη χρειάζεται νέα εργαλεία πολιτικής και θεσμική ανανέωση για να μπορέσει να διαπραγματεύεται ως ισότιμος εταίρος σε ένα περιβάλλον που γίνεται όλο και πιο ανταγωνιστικό».
Πρόσθεσε ότι «η επιστροφή στη λογική της προστασίας του βιομηχανικού δυναμικού δεν σημαίνει απομάκρυνση από τις αρχές του ελεύθερου εμπορίου, αλλά προσαρμογή στη νέα πραγματικότητα».
«Η Ευρώπη δεν μπορεί να παραμένει ανοιχτή όταν οι βασικοί της εταίροι επιλέγουν όλο και πιο εσωστρεφείς στρατηγικές», κατέληξε.
Πηγή: ΚΥΠΕ